Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Μια Νύχτα για Ψάρεμα


Δυο γερόντοι κριεμπάρδηδες, νησιώτες Νυδρεώτες,
άστε ντούε, Αρβανίτες, σύντροφοι και γκιέρηδες,
με κάμπoσους, πολλούς, στην πλάτη χρόνους, λάσκους, λεύτερους, 
ακόμα και αλόγιστους, ταλαίπωρους, αλμυρησμένους, θαλασσινούς.
Κουρασμένοι και κακοπερασμένοι,
είχουνε ξεχάσει πια από καιρό να ντουκιάρουν σε σεντόνια,
 να ’ναι καλά οι μπατανίες, και τα σκευρωμένα τους πλευρά, 
απ’ τα πανιόλα και τα κουβούσια, που δέχονταν τα κορμιά τους, 
έτσι για κανά  νύπνο της συφοράς.
Γερά, παλιά, σφυρηλατημένα, κόκαλα… 
Σκουριασμένα κινήσανε λοιπόν για ψάρεμα με μερτικά, ως πάσα βράδυ,
ένα για τον καθένανε, κι ένα για τη παζαρομένη «κούντουλα».
Μόνε, κι αυτή μαθές το’θελε το κομπόδεμα για τα δικά της τα χαϊδέματα, 
καψίματα, παλαμίσματα, φιασίματα, μπογιές, και διάφορα εργαλεία, 
κόβανε κι αυτά μονέδα μπόλικια μαθές, από κάπου έπρεπε και τούτανε να βγούνε.
Έπρεπε νάχει τά κέφια της κι αυτή η βεργολυγερή να ντους κάνει τα χατήρια, 
μη και πάρει η «αρχόντησα» τη κάτου βόλτα, και τους αφήσει σύξηλους καμνιά νώρα κακή.
Γερόντισα γέτιζα, και τούτηνη, σακατεμένη....
Ομώς ακόμα που το λέει η περδικούλα ντης.
Να δούμε το λοιπός το τι ντους έλαχε, και τι ’χαν ειπωμένα με κείνηνε τη γλώσσα ντους της εποχής, 
τη ντόμπρα, τη κοφτή ντοπιολαλιά, τη μουσικάτη, 
μ’ ένα σκαζμό αρβανίτικες εκφράσεις μαγειρεμένες μέσα ντης, 
έτσι για  νοστιμιά του λόγου, 
καί νόμιζες οπού το στόμθι ντους έσταζε μέλι θυμαρίσιο
και η αναμνοή ντους μοσχοβόλαγε κάτι σα φούλι υδραίικο.
Και άσχημη δε βγήκε η συνταγή τούτηνης εδώ της γλώσσας,
κι ας ήτονε και μπάσταρδη, αλλά με το καιρό σιγά-σιγά αλίμονο, που έσβυσε για τά καλά, κι΄ούτε κανείς που τη θυμάται...
Για ψάρεμα που λες, που σε καλό ντους βγήκε, 
αλλά όπου πολύ που τους πιλάτεψε το τρισκατάρατο, εκείνηνε ντη νυχτιά,
ντους έβγαλε την πίστη.

- Χαϊντε με το καλό, καλή καλάδα, καί πλούσια μαλάτσα....
*
Ολόκληρο το πρωτότυπο αυτό κείμενο που χρησιμοποιεί την ξεχασμένη υδραίικη ντοπολαλιά, τη μουσικάτη, μ’ ένα σκαζμό αρβανίτικες εκφράσεις μαγειρεμένες μέσα ντης, έτσι για  νοστιμιά του λόγου, μπορείτε να διαβάσετε στο ιστολόγιο του Ανδρέα Πουλάκη.

3 σχόλια:

γεράσιμος μπερεκέτης είπε...

Δεν μπορώ να μην συγκινηθώ, όταν διαβάζω κείμενα γραμμένα με μουσικές αρχές. Νομίζω ότι η γραφή που εγκολπώνεται γλωσσικούς ιδιωματισμούς, το κάνει από λατρεία για το ηχόχρωμα, αναγνωρίζοντας ότι οι ιδιωματικές λέξεις μεμονωμένες ελάχιστο νοηματικό φορτίο μπορούν να μεταδώσουν στον αναγνώστη. Όμως, ως σύνολο ηχοχρωματικού εμπλουτισμού, δίνουν μιαν γοητευτική δύναμη στο κείμενο, και η νοσταλγία που κίνησε το χέρι του συγγραφέα, κατακλύζει ατόφια τον αναγνώστη. Υπό την ίδια αναλογία, θεωρώντας το ηχόχρωμα ως πρωτογενές υλικό, η σύγχρονη μουσική το έχει κάνει κεντρικό θέμα. Διότι αποβλέπει στο αποτέλεσμα που δεν είναι άλλο από την αφύπνιση των αναμνήσεων του ανθρώπου από τις πρώτες βρεφικές προσπάθειες για την κατάκτηση της έλλογης γλώσσας, όταν έχει αντιληφθεί την ύπαρξη κώδικα, αλλά δεν μπορεί να σχηματοποιήσει το υλικό του. Και δεν είναι η νοσταλγία των προσπαθειών για την κατάκτηση της ομιλίας που ανακαλείται ως αναλογία κατά την ακρόαση της ηχοχρωματικής θεματικά μουσικής. Είναι η νοσταλγία της τρυφερής κατανόησης του κόσμου των ενηλίκων που απολαμβάνει το βρέφος όταν τσαλαβουτάει στον κόσμο των φθόγγων. Ο συνθέτης της θεματικής των ηχοχρωμάτων, αυτή τη δύναμη ή την γνωρίζει, ή την αναγνωρίζει εκ του αποτελέσματος. Υπ’ αυτήν την αναλογία, πάλι, στρεφόμενοι στο θέμα των γλωσσικών ιδιωματισμών, ως υλικού ηχοχρωματικής αξίας για έναν συγγραφέα, πέραν ίσως από μία απλή δήλωση καταγωγής, ο ιδιωματικός εμπλουτισμός ενός κειμένου υπενθυμίζει έναν κόσμο παλιό φυλετικά πολύχρωμο, ανακατεμένο, με τις μικρές του αυτονομίες, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την τάση ομογενοποίησης της εποχής μας.
Παράπλευρη διαπίστωση είναι, ότι της μουσικής που έχει ως θεματική το ηχόχρωμα, λόγω της αφαίρεσης που ούτως ή άλλως διέπει τους μουσικούς κώδικες στο σύνολό τους, της επιτρέπεται να διαπραγματευτεί μεγάλες φόρμες, οι οποίες μπορούν να «αναγνωστούν» οικουμενικά. Στη λογοτεχνία, αντίθετα, η χρήση εκτενής του ιδιώματος /ηχοχρώματος την περιορίζει τόσο ως προς την καλλιέργεια μεγάλης φόρμας, όπως το μυθιστόρημα, όσο και της αφαιρεί σε οικουμενική απήχηση.

Γιώργος Πρίμπας είπε...

Πολύ ωραία ανάρτηση όπως και το σχόλιο του Γιώργου Χ.
Θεωρώ σημαντική απώλεια, στον ελλαδικό χώρο, τη λήθη στην οποία έσπρωξαν ένα σωρό ντοπιολαλιές και διαλέκτους (αρβανίτικα, βλάχικα) στο όνομα «μίας» γλώσσας, «μίας» ιστορικής της εξέλιξης, «ενός» λαού, που τελικά και αυτή δεν ξέρω πως θα σωθεί.
Ας πούμε δεν ξέρω γιατί θα έπρεπε να αργήσω τόσο πολύ να μάθω πως ο ναύαρχος Κουντουριώτης, στη ναυμαχία της Έλλης, φώναξε βράς! στους Υδραίους ναύτες του.
Η διαφορά που επισημαίνεται στο τέλος του ανωτέρω σχολίου είναι μία πραγματικότητα αλλά ας μην ξεχνάμε ότι το λογοτεχνικό έργο (και ιδίως το ποίημα) γράφεται μόνο σε μία γλώσσα (αυτή του δημιουργού του) και η μετάφραση είναι μία προσέγγιση (και ούτε καν ασύμπτωτη...). Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο ντοπιολαλιές ή διαλέκτους. Αρκεί να σκεφτούμε πως κάθε απόδοση του Παπαδιαμάντη στη νεοελληνική (για μετάφραση σε ξένη γλώσσα δεν το συζητώ καν) χάνεται όλη η μαγεία του κειμένου. Από εκεί και πέρα το πόσοι μπορούν να το διαβάσουν είναι μεν ένα θέμα, αλλά το σημαντικό είναι να υπάρχουν πάντα άνθρωποι να το διαβάζουν. Εξάλλου είναι μάλλον αμφίβολο αν σε μία παγκόσμια «μία» κοινωνία, «μίας» γλώσσας θα γραφόντουσαν ποτέ τέτοιας αξίας έργα.

Καλή χρονιά!!

Ανώνυμος είπε...

Οι γλώσσες των μαστόρων είναι ότι πιο κοντινό έχουμε σήμερα στις πεθαμένες πια τοπικές διαλέκτους.
Για να δώσω ένα παράδειγμα στο πνεύμα των ημερών, οι μάστορες της πέτρας καλούν τουςς όρθια τοποθετημένους λίθους σε μια τοιχοποιία "Παναγίες" από το σχεδόν τριγωνικό τους σχήμα που προσομοιάζει στο σχήμα της βρεφοκρατούσας μητέρας του Ιησού.

Η χρήση γλωσσικών ιδιωματισμών σε γραπτά κείμενα, είναι, νομίζω, διακοσμητικό τέχνασμα. Συχνά γίνεται επιδερμίδα χωρίς σώμα. Ο ρόλος της διακόσμησης, στην Αρχιτεκτονική τουλάχιστον, είναι μεγάλη συζήτηση. Την δεκαετία του 60 νόμιζαν πως σύνδεση με την Παράδοση ήταν να στολίζεις τους τοίχους με τσεβρέδες και τα δωμάτια με Σκυριανά έπιπλα.

Όλα τούτα δεν αφορούν το παρόν κείμενο το οποίο διάβασα με ευχαρίστηση.
Καλή Χρονιά
Φιλικά Β.Σ.